1. Εισαγωγή

Ένας μεγάλος αριθμός επιστημόνων και επαγγελματιών υγείας αναγνωρίζουν ότι η ισορροπημένη διατροφή είναι θεμελιώδης για μια καλή κατάσταση σωματικής υγείας. Η ομάδα εργασίας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας εστίασε στη διατροφή ως βασικό συστατικό της πρόληψης ασθενειών, υποδεικνύοντας ότι «μια ισορροπημένη διατροφή που έχει ποικιλία και αποτελείται από ένα ευρύ φάσμα θρεπτικών και νόστιμων τροφών, προσθέτει χρόνια στη ζωή και ζωή στα χρόνια» [1]. Στην έκθεσή της, αυτή η ομάδα προειδοποιεί επίσης ότι ένα υψηλό ποσοστό κοινών ασθενειών στις βιομηχανικές χώρες (όπως η παχυσαρκία, ο διαβήτης, η υπέρταση, η στεφανιαία νόσος και ακόμη και ορισμένοι καρκίνοι) σχετίζονται άμεσα ή έμμεσα με την ανεπαρκή διατροφή, ειδικά με την αυξημένη πρόσληψη επεξεργασμένων τροφίμων με υψηλή περιεκτικότητα σε trans-λιπαρά οξέα και χαμηλή κατανάλωση βασικών θρεπτικών συστατικών (κυρίως βιταμινών, μετάλλων και πρωτεΐνων). […]

Ωστόσο, υπάρχει μεγάλη διαμάχη στην επιστημονική κοινότητα σχετικά με τον ρόλο της διατροφής στην εμφάνιση και εξέλιξη ψυχικών ασθενειών και προβλημάτων συμπεριφοράς, και δεν είναι σαφές πώς η διατροφή μπορεί να συμβάλει στη θεραπευτική αποτελεσματικότητα σε ασθενείς με ποικίλες ψυχοπαθολογικές καταστάσεις. Δυστυχώς, οι στρατηγικές που βασίζονται στην πραγματοποίηση αλλαγών διατροφής και την τήρησή τους, συχνά παραβλέπονται στις θεραπείες για παθήσεις ψυχικής υγείας. Στις επόμενες ενότητες, εξετάζουμε τρέχουσες μελέτες που αναλύουν τον ρόλο συγκεκριμένων συστατικών της διατροφής στις παρεμβάσεις που προτείνονται για κοινές ψυχικές διαταραχές στις ανεπτυγμένες χώρες μεταξύ παιδιών και εφήβων. Δεδομένου ότι οι ψυχοπαθολογίες που εξετάζονται σε αυτήν την ανασκόπηση έχουν αυξημένο κίνδυνο συννοσηρών κινδύνων για την υγεία, οι τεκμηριωμένες παρεμβάσεις σωστής διατροφής σε ψυχιατρικούς ασθενείς  θα μπορούσαν να προάγουν ιδιαίτερα την σωματική και ψυχική ευεξία. Επιπλέον, τα αποτελέσματα αυτών των προγραμμάτων παρέμβασης θα μπορούσαν να αποτελέσουν τη βάση για την ανάπτυξη στοχευμένων προγραμμάτων πρόληψης ασθενειών με στόχο τη μείωση των τροποποιήσιμων παραγόντων κινδύνου.

2. Διατροφική παρέμβαση στη ΔΕΠΥ (Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής και Υπερκινητικότητας)

Η Διαταραχή Ελλειμματικής Προσοχής/Υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) είναι μια χρόνια νευροαναπτυξιακή διαταραχή, της οποίας η αιτιολογία είναι αποτέλεσμα πολύπλοκων αλληλεπιδράσεων μεταξύ πολλαπλών παραγόντων, συμπεριλαμβανομένων γενετικών, βιολογικών και περιβαλλοντικών επιρροών. Η διαταραχή συνήθως διαγιγνώσκεται σε παιδιά σχολικής ηλικίας, με την παγκόσμια εκτίμηση επιπολασμού να είναι στο 6% κατά τη διάρκεια της παιδικής ηλικίας [4], ενώ φαίνεται να επιμένει και στην ενήλικη ζωή με μέσο ποσοστό 43% (εκτιμάται πως κάπου 3% όλων των ενηλίκων πάσχει – αυτό εντός των δειγμάτων με βάση τον πληθυσμό) [5]. Η ΔΕΠΥ σχετίζεται με αρκετές επιβλαβείς συνέπειες, συμπεριλαμβανομένης της ελλιπούς ακαδημαϊκής/εργασιακής απόδοσης, της κοινωνικής απομόνωσης, της επιθετικής συμπεριφοράς (συμπεριλαμβανομένης της παραβατικότητας και των παράνομων πράξεων), ενώ έχει συνδεθεί και με πρόωρο θάνατο από αφύσικα αίτια (όπως ατυχήματα) [6].

Η καθιερωμένη παρέμβαση για τη ΔΕΠΥ συνδυάζει φαρμακολογική θεραπεία (σε μεγάλο βαθμό με ψυχοδιεγερτικά) με ψυχολογική θεραπεία. Η ευεργετική βραχυπρόθεσμη αποτελεσματικότητα τέτοιων θεραπειών για τη μείωση των οξέων βασικών συμπτωμάτων επαληθεύεται σε μεγάλο βαθμό, αλλά τα μακροπρόθεσμα αποτελέσματα δεν αποδεικνύονται με σαφήνεια: οι περισσότεροι ασθενείς μπορεί να εξακολουθούν να εμφανίζουν συμπτώματα ΔΕΠΥ και μπορεί να μην επιτύχουν ομαλοποιημένη συμπεριφορά, ακόμη και με συνδυασμένη φαρμακευτική αγωγή και συμπεριφορική θεραπεία. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τη συχνή μη τήρηση της λήψης των φαρμάκων (σε ποσοστό περίπου 50% κάπου ανάμεσα στους μήνες 12 έως 36 που ακολουθούν). Οι τρέχουσες μελέτες για εναλλακτικές παρεμβάσεις για τη ΔΕΠΥ στοχεύουν στην πρόληψη της εξέλιξης της ΔΕΠΥ και της μείωσης των υποκείμενων ερεθισμάτων – συνηθειών που λειτουργούν ως σκανδάλη (όπως είναι το άγχος, ο κακός ύπνος, η υπερδιέγερση, η τεχνολογία ή διατροφικά πλάνα). Με βάση το ότι η διαμόρφωση επαρκών αλλαγών στον τρόπο ζωής αλλαγές για την ελαχιστοποίηση αυτών των ερεθισμάτων θα μπορούσαν να συμβάλουν στον καλύτερο έλεγχο των συμπτωμάτων της ΔΕΠΥ, μελέτες που αφορούν την αποτελεσματικότητα της διατροφής στην αναπτυξιακή πορεία της ΔΕΠΥ έχουν παρατηρήσει ότι οι ελλείψεις σε ορισμένα είδη τροφίμων μπορεί να επιδεινώσουν τα συμπτώματα της ελλειματικής προσοχής, την υπερκινητικότητα και παρορμητικότητα. Αντίθετα επαρκή διατροφικά πλάνα θα μπορούσαν να βελτιστοποιήσουν την λειτουργία του εγκεφάλου. Οι περισσότερες από αυτές τις θεραπευτικές μελέτες επικεντρώνονται στη διερεύνηση του ρόλου των βιταμινών, των μετάλλων και των πολυακόρεστων λιπαρών οξέων [7], με αμφιλεγόμενα αποτελέσματα ανάλογα με
διάφορους παράγοντες (δηλαδή, σύνθεση δείγματος, εργαλεία μέτρησης ή συστατικά δίαιτας).

Τα αποτελέσματα που προέκυψαν από μια τρέχουσα συστηματική ανασκόπηση ενισχύουν την αποτελεσματικότητα των θεραπειών με συμπληρωματικές διατροφικές παρεμβάσεις, αν και τα οφέλη μπορεί να είναι διαφορετικά για υποομάδες ασθενών με διαφορετικά προφίλ. Συγκεκριμένα, η μελέτη των Granero και των συναδέλφων του [8] επικεντρώθηκε στη συμβολή των συμπληρωμάτων σιδήρου και ψευδαργύρου στην εξέλιξη της ΔΕΠΥ μεταξύ παιδιών και εφήβων, όπως αυτή παρατηρήθηκε σε τυχαιοποιημένες δοκιμές που δημοσιεύθηκαν κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών. Το συμπέρασμα ήταν ότι τα χαμηλά επίπεδα χαμηλού ψευδαργύρου και σιδήρου συσχετίστηκαν με υψηλότερα επίπεδα συμπτωμάτων (ιδιαίτερα με την ικανότητς προσοχής και την συμπεριφορά υπερκινητικότητας), υποδηλώνοντας μια οδό που διαμεσολαβείται από το ντοπαμινεργικό
σύστημα. Επιπρόσθετα, όσον αφορά τη συμβολή στη θεραπεία της ΔΕΠΥ, παρατηρήθηκε
ότι η συμπλήρωση ψευδάργυρου βελτίωσε σταθερά τα συμπτώματα στις περισσότερες περιπτώσεις. Ωστόσο, η λήψη συμπληρωμάτων σιδήρου δεν έδωσε τόσο σταθερά αποτελέσματα και φάνηκε ότι τα οφέλη της επικεντρώνονται κυρίως στη βελτιστοποίηση της ανταπόκρισης στα ψυχοδιεγερτικά που χρησιμοποιούνται ως ιατρική παρέμβαση, ιδίως για παιδιά με χαμηλά αποθέματα φερριτίνης/σιδήρου κατά την έναρξη της θεραπείας.

Η συστηματική ανασκόπηση τυχαιοποιημένων κλινικών δοκιμών, των Händel et al., επικεντρώθηκε γύρω από την αξιολόγηση της συνεισφοράς της χρήσης πολυακόρεστων λιπαρών οξέων (ΠΛΟ, συγκεκριμένα ωμέγα 3 και ωμέγα 6) στο σχέδιο θεραπείας παιδιών και εφήβων με ΔΕΠΥ [9]. Με βάση ένα σημαντικό σύνολο αποδεικτικών στοιχείων, αυτή η ανασκόπηση κατέληξε στο συμπέρασμα ότι τα οφέλη των ΠΛΟ δεν ήταν ξεκάθαρα σχετικά με τα βασικά συμπτώματα της ΔΕΠΥ (όπως αυτά αναφέρθηκαν από γονείς και δασκάλους),
Ούτε ήταν ξεκάθαρα για άλλα μέτρα συμπεριφοράς, ούτε για μέτρα ποιότητας ζωής.
Ωστόσο, οι συγγραφείς συμβουλεύουν ότι αυτά τα συνολικά αποτελέσματα θα πρέπει να εξετάζονται με προσοχή λόγω διαφορών σχετικά με τις μεθοδολογίες και τα εργαλεία αξιολόγησής τους.

Μια ανοιχτή δοκιμή που διεξήχθη από τον Γιωργίδη και τους συνεργάτες του διερεύνησε τον ρόλο της ολιγοαντιγονικής δίαιτας (ΟΔ) ως θεραπευτικό εργαλείο σε παιδιά με ΔΕΠΥ [10] και παρατήρησε ότι ο συνδυασμός αυτής της δίαιτας και της επακόλουθης διατροφικής πρόκλησης ήταν αποτελεσματικός στον εντοπισμό ευαίσθητων μεμονωμένων τροφίμων
σε σχέση με τη ΔΕΠΥ. Η ΟΔ είναι ένας εξατομικευμένος τύπος δίαιτας εξάλειψης
με στόχο τον εντοπισμό συγκεκριμένων τροφών που επιδεινώνουν τα ψυχοπαθολογικά συμπτώματα. Στην συνέχεια ακολουθεί η επανεισαγωγή άλλων εναλλακτικών τροφών που βελτιώνουν τις νευροψυχολογικές επιδόσεις. Τα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν στη μελέτη του Γιωργίδη είναι σχετικά λαμβάνοντας υπόψη ότι κάποια θεραπεία
Τα αποτελέσματα που παρατηρήθηκαν στη μελέτη του Γιωργίδη είναι σχετικά λαμβάνοντας υπόψη ότι κάποιες κατευθυντήριες οδηγίες θεραπείας για τη ΔΕΠΥ απλώς συνιστούν περιοριστικές δίαιτες ή δίατες εξάλειψης σε παιδιά με ΔΕΠΥ που έχουν ιστορικό ανεπιθύμητων ενεργειών σε συγκεκριμένες (ομάδες) τροφών χωρίς όμως να παρέχουν εναλλακτικά διατροφικά σχέδια. Η βάση της ΟΔ είναι ο προσδιορισμός της υψηλής ευαισθησίας στα τρόφιμα σε παιδιά με ΔΕΠΥ, με στόχο να συμπεριληφθούν εξατομικευμένα διατροφικά προγράμματα σε πολυτροπικές θεραπείες. Άλλες τρέχουσες μελέτες έχουν επίσης παρατηρήσει ότι αυτή είναι μια πολλά υποσχόμενη προσέγγιση για τη μείωση των συμπτωμάτων ΔΕΠΥ [11,12].

Από την άλλη πλευρά, ορισμένες μελέτες έχουν επίσης αξιολογήσει τον ρόλο της έκθεσης στην καφεΐνη στο προφίλ της ΔΕΠΥ και ως θεραπευτικό εργαλείο. Από όταν παρατηρήθηκε ότι τόσο η χρόνια, όσο και η οξεία έκθεση στην καφεΐνη επηρεάζει τα νευρωνικά μονοπάτια που ρυθμίζουν το κεντρικό νευρικό σύστημα, υποτίθεται ότι υπάρχει σύνδεση μεταξύ της διαμόρφωσης αυτών των νευροδιαβιβαστών και της ανάπτυξης/εξασθένησης των νευροψυχιατρικών αποτελεσμάτων. Μελέτες σε ζώα έχουν παρατηρήσει ότι οι μη τοξικές δόσεις καφεΐνης προκαλούν νευρο-φαρμακολογικές δράσεις, αναστέλλοντας τους υποδοχείς της αδενοσίνης Α στον εγκέφαλο, γεγονός που οδηγεί στον αποκλεισμό της αδενο σινοκινάσης και σε μείωση της απελευθέρωσης της αδενοσίνης [13]. Μελέτες σε ζώα έχουν παρατηρήσει ότι οι μη τοξικές δόσεις καφεΐνης προκαλούν νευρο-φαρμακολογικές δράσεις
αναστέλλοντας τους υποδοχείς της αδενοσίνης Α στον εγκέφαλο, γεγονός που οδηγεί στον αποκλεισμό της κινάσης της αδενοσίνης και στη μείωση της απελευθέρωσης της αδενοσίνης [13]. Δεδομένου ότι ο υποδοχέας αδενοσίνης Α2
είναι ένας υποδοχέας συζευγμένος με πρωτεΐνη G που ρυθμίζει διάφορες λειτουργίες στο κεντρικό νευρικό σύστημα (για παράδειγμα, σχετίζεται με ντοπαμινεργικές λειτουργίες), αυτό οδηγήσε στην υπόθεση ότι η καφεΐνη θα μπορούσε να επηρεάσει τα συγκεκριμένα συμπτώματα νευρολογικών διαταραχών που περιλαμβάνουν αυτόν τον νευροδιαβιβαστή [14]. Θα μπορούσε επίσης να αποτελεί στόχο για την ανάπτυξη θεραπευτικών σχεδίων για την αντιμετώπιση ποικίλων νευροψυχιατρικών καταστάσεων (συμπεριλαμβανομένης της ΔΕΠΥ).
Στο πλαίσιο αυτής της περιοχής έρευνας, η μελέτη των Vázquet et al. πραγματοποίησε μια συστηματική ανασκόπηση των υπάρχουσων επιστημονικών μελετών σε ζώα, σχετικά με τις υποκείμενες επιδράσεις της κατανάλωσης καφεΐνης στη θεραπεία συμπτωμάτων που μοιάζουν με ΔΕΠΥ [15]. Τα συνδυασμένα αποτελέσματα των 13 επιλεγμένων εργασιών κατέληξαν στο ότι υπάρχει ξεκάθαρο όφελος από τη θεραπεία με καφεΐνη, η οποία αυξάνει τα επιπέδα προσοχής και βελτιώνει την ικανότητα μάθησης, την ικανότητα μνήμης και την οσφρητική διάκριση, χωρίς μεταβολή της αρτηριακής πίεσης και του σωματικού
βάρος. Οι συγγραφείς κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα σωρευτικά στοιχεία αυτής της ανασκόπησης, που υποστηρίζονται σε νευρωνικό επίπεδο και σε ζωικά μοντέλα, ενισχύει την υπόθεση ότι η γνωστική επίδραση της καφεΐνης θα μπορούσε να είναι θετική για παρέμβαση σε ΔΕΠΥ, ιδιαίτερα κατά την εφηβεία.
Ωστόσο, παρατήρησαν επίσης ότι ορισμένες από τις μελέτες που εξετάστηκαν είχαν ασυνεπή αποτελέσματα, ιδίως όσον αφορά δεδομένα που αναφέρονται στις επιδράσεις της καφεΐνης στην κινητική δραστηριότητα και παρορμητικότητα. Η διερεύνηση των ενδείξεων για την εξήγηση των επιπτώσεων της καφεΐνης στη ΔΕΠΥ είναι ένας αναπτυσσόμενος τομέας που χρήζει περαιτέρω έρευνας.

3. Διατροφική παρέμβαση στο άγχος και την κατάθλιψη

Μελέτες έχουν εντοπίσει μια ισχυρή σχέση μεταξύ του επίμονου στρες και πολλών αρνητικών επιδράσεων στο ανοσοποιητικό, νευροενδοκρινικό, καρδιαγγειακό και κεντρικό νευρικό σύστημα του σώματος [16]. Το χρόνιο στρες χωρίς θεραπεία θα μπορούσε επίσης να οδηγήσει σε άλλες σοβαρές ψυχικές διαταραχές όπως είναι το άγχος και η κατάθλιψη [17], που αναγνωρίζονται ως οι πιο συχνές ψυχοπαθολογικές καταστάσεις με υψηλή επικράτηση στις σύγχρονες κοινωνίες. Η κατάθλιψη και το άγχος είναι οι κύριοι λόγοι αναπηρίας παγκοσμίως, αφού περίπου 332 εκατομμύρια άτομα πάσχουν από κατάθλιψη και 264 εκατομμύρια έχουν προβλήματα με το άγχος [18]. Δυστυχώς, υπάρχει αυξανόμενος επιπολασμός και των δύο αυτών ασθενειών και επηρεάζονται και από την COVID-19, όπως προκύπτει από τα παγκόσμια στοιχεία που έχουν δημοσιευτεί τα δύο τελευταία χρόνια [19]. Αυτό έχει αυξήσει την ευαισθητοποίηση γύρω από αυτές τις διαταραχές.

Η ιατρική παρέμβαση (βενζοδιαζεπίνες και αντικαταθλιπτικά) συν η θεραπεία γνωστικής συμπεριφοράς θεωρούνται το χρυσό πρότυπο παρέμβασης για την κατάθλιψη και τις καταστάσεις άγχους. Ωστόσο, σε ορισμένες περιπτώσεις, αυτές οι θεραπείες δεν είναι αποτελεσματικές, ή προκαλούν σοβαρές παρενέργειες (κυρίως τα φάρμακα) ή δεν συνιστώνται λόγω των χαρακτηριστικών των ασθενών (για παράδειγμα, πολύ μικρή ή μεγάλη ηλικία ή υψηλός κίνδυνος αλληλεπίδρασης με άλλα φάρμακα). Αυτό το σενάριο
οδήγησε στην αναζήτηση νέων παρεμβάσεων, με μικρότερο κίνδυνο παρενεργειών, για βοήθεια στην πρόληψη και διαχείριση των αγχωδών-καταθλιπτικών ασθενειών. Δεδομένου ότι η προϋπόθεση για την ανάπτυξη επαρκών κλινικών κατευθυντήριων οδηγιών είναι η αφομοίωση των διατροφικών προτύπων και ο προσδιορισμός των βιολογικών μηχανισμών δράσεως των κρίσιμων θρεπτικών συστατικών [20], μελέτες εντός του τομέα της διατροφικής ψυχιατρικής έρευνας έχουν εντοπίσει παρόμοια συστήματα παθοφυσιολογίας που σχετίζονται με την εμφάνιση και την ανάπτυξη της κατάθλιψης και του άγχους. Και οι δύο ψυχικές ασθένειες αυξάνουν το οξειδωτικό στρες, ενισχύουν τους δείκτες φλεγμονής και υπερενεργοποιούν το στρες και μονοπάτια νευροπλαστικότητας, με αποτέλεσμα να οδηγούν σε αλλοιωμένη νευροδιαβίβαση και άλλες διαρθρωτικές αλλαγές του εγκεφάλου [21,22]. Ο άξονας μικροβίωμα εντέρου/εγκέφαλος αναγνωρίστηκε ως βασική οδός μεσολάβησης για τις βιολογικές διεργασίες (συμπεριλαμβανομένου του άξονα υποθαλάμου-υπόφυσης-επινεφριδίων, της ανοσοποιητικής λειτουργίας, την ρύθμιση του BDNF και της νευροδιαβίβασης σεροτονίνης) [23]. Υπάρχουν συναρπαστικά στοιχεία που ενθαρρύνουν την έρευνα για τη  χρήση συμπληρωμάτων διατροφής, καθώς και διατροφικών πλάνων που στοχεύουν να επηρεάσουν τις οδούς που σχετίζονται με ψυχιατρικές διαταραχές. Μελέτες έχουν επίσης αναφέρει κοινούς διατροφικούς παράγοντες στις υποκείμενες διαδικασίες του άγχους και της κατάθλιψης. Συγκεκριμένα δίαιτες ή συμπληρώματα που είναι πλούσιες σε αντιοξειδωτικές και αντιφλεγμονώδεις ουσίες (όπως βιταμίνη C, βιταμίνη Α, πολυφαινόλη και βήτα-καροτίνη) έχουν δείξει μια αντίστροφη σχέση με τα επίπεδα σοβαρότητας της κατάθλιψης και του άγχους [24,25].

Οι διατροφικές αλλαγές και τα συμπληρώματα διατροφής μπορεί επίσης να είναι ευεργετικά για τη βελτίωση της ανταπόκρισης στη θεραπεία και την ποιότητα ζωής σε ασθενείς με κατάθλιψη και άγχος. Η συνολική ανασκόπηση του πεδίου εφαρμογής που πραγματοποιήθηκε από τον Aucoin και τους συνεργάτες του [26], μετά από ανασκόπηση 1541 επιλεγμένων άρθρων (που περιλαμβάνουν έρευνα σε ζώα, ανθρώπινη παρατήρηση/πειραματικές μελέτες και μετα-αναλύσεις τυχαιοποιημένων δοκιμών), παρατήρησε ότι η υγιεινή διατροφή μείωσε τα επίπεδα άγχους. Συγκεκριμένα, τα άτομα που βίωναν λιγότερο σοβαρές καταστάσεις άγχους ανέφεραν διατροφικά πρότυπα που χαρακτηρίζονταν από θερμιδικό περιορισμό, κατανάλωση πρωινού και ενός ευρέος φάσματος  μακροθρεπτικών και μικροθρεπτικών συστατικών (όπως μέταλλα, ιχνοστοιχεία, βιταμίνες, απαραίτητα λιπαρά οξέα), χρήση προβιοτικών και πρόσληψη φρούτων και λαχανικών. Στο άλλο άκρο τα άτομα που βίωναν ένα συνεχές άγχος, κατανάλωνων δίαιτα με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά/σάκχαρα/χοληστερόλη/τρανς λιπαρά, μη ισορροπημένη
τρυπτοφάνη και πρωτεΐνη και υψηλή πρόσληψη υδατανθράκων. Το συμπέρασμα ήταν ότι η εξάλειψη των φλεγμονωδών τροφών και η αύξηση της πρόσληψης φρούτων και λαχανικών θα μπορούσε να συμβάλει σε θετικό θεραπευτικό αποτέλεσμα, αλλά μόνο σε συνδυασμό με άσκηση και άλλες ψυχιατρικές και ψυχολογικές παρεμβάσεις.

Η μετα-ανάλυση του Berthelot και των συναδέλφων του, που επέλεξαν τυχαιοποιημένες ελεγχόμενες δοκιμές κατέληξε στο συμπέρασμα ότι οι παρεμβάσεις νηστείας, σε σύγκριση με τις ομάδες ελέγχου, πέτυχαν χαμηλότερο άγχος και επιπέδων κατάθλιψης, και ήταν επίσης χρήσιμες για να μειωθούν ο δείκτης μάζας σώματος [27]. Το όφελος στο βάρος ερμηνεύτηκε  ως σχετικό, καθώς το υπερβολικό βάρος και η παχυσαρκία είναι κοινά
μεταξύ ασθενών με καταθλιπτικές και αγχώδεις καταστάσεις [28], και αυτή η συννοσηρή κατάσταση σχετίζεται με κακή ανταπόκριση στη θεραπεία. [29]. Οι θεραπείες που αναλύθηκαν από τον Berthelot επίσης έδειξαν ότι είναι ασφαλείς σε ασθενείς με άλλες συννοσηρείς φυσικές καταστάσεις, συμπεριλαμβανομένου του διαβήτη τύπου 2. Ωστόσο, τα αποτελέσματα δεν επέτρεψαν τη σύσταση του τύπου παρέμβασης νηστείας, σύμφωνα με τα βασικά προφίλ (διαγνωστικός υποτύπος και σοβαρότητα).

[…]

4. Διατροφική παρέμβαση στο φάσμα του αυτισμού

Είναι γνωστό ότι ορισμένες παθήσεις ψυχικής υγείας, όπως αυτές που περιλαμβάνονται στο
φάσμα του αυτισμού, μπορούν να επηρεάσουν σοβαρά την όρεξη και τις διατροφικές επιλογές [31]. Ο αυτισμός ή διαταραχή του αυτιστικού φάσματος (ΔΑΦ) αποτελεί ένα πολύπλοκο ευρύ φάσμα νευροαναπτυξιακών ψυχικών καταστάσεων που τυπικά εντοπίζονται κατά τα πρώτα χρόνια της ζωής, το οποίο επηρεάζει τις εγκεφαλικές λειτουργίες και ιδιαίτερα τους τομείς που αφορούν τις δεξιότητες επικοινωνίας και κοινωνικής αλληλεπίδρασης. Τα τυπικά συμπτώματα περιλαμβάνουν την κακή οπτική επαφή, την άρνηση επαφής ή αγκαλιάς, την μειωμένη ικανότητα ομιλίας, διάφορες επαναλαμβανόμενες-καταναγκαστικές συμπεριφορές, περιορισμένα ενδιαφέροντα, έλλειψη ενθουσιασμού στο παιχνίδι
με άλλα παιδιά και έλλειψη φαντασίας στο παιχνίδι. Αυτές οι βλάβες επηρεάζουν τις διατροφικές συνήθειες, προκαλώντας ορισμένες ανθυγιεινές ανησυχίες [32]: (α) κατανάλωση ανεπαρκούς ποσότητας φαγητού (ορισμένα παιδιά εντός του φάσματος ΔΑΦ μπορεί να παρουσιάσουν δυσκολίες στην εστίαση σε μια συγκεκριμένη γεύση για μεγάλο χρονικό διάστημα ή μέχρι να καταναλωθεί ένα πλήρες γεύμα), (β) υψηλή ευαισθησία στη γεύση, τη μυρωδιά, το χρώμα ή την υφή των τροφίμων, σε συνδυασμό με την αποφυγή συγκεκριμένων τροφίμων ή ολόκληρες ομάδες τροφών (τα άτομα με ΔΑΦ μπορεί να εκφράσουν έντονες αντιπάθειες στα τρόφιμα και περιορισμένη επιλογή τροφής), (γ) πιθανές φαρμακευτικές αλληλεπιδράσεις, οι οποίες μπορεί να μειώσουν την όρεξη ή/και ακόμη και να επηρεάσουν την απορρόφηση ορισμένων στοιχείων (όπως μέταλλα και βιταμίνες). και (δ) η τάση κάποιων ατόμων με ΔΑΦ να μειώνουν την πρόσληψη τροφής, ίδιως κατά την μετάβαση στην νηπιακή και παιδική ηλική, από τη βρεφική. Άλλα συχνά προβλήματα συμπεριφοράς που σχετίζονται με το φαγητό είναι η αποθήκευση τροφής στο στόμα, η φίμωση/έμετος λόγω μη συμπαθούς τροφής, μη επιθυμία κατανάλωσης τροφής ή άρνηση, η επιθεώρηση/οσφητικός έλεγχος της δικής τους τροφής, αλλά και των άλλων.

Μια τρέχουσα εμπειρική μελέτη είχε ως στόχο να διερευνήσει τα διατροφικά πρότυπα και τις προσλήψεις θρεπτικών συστατικών των παιδιών με ΔΑΦ σε σύγκριση με μια υγιή ομάδα ελέγχου [33]. Η μελέτη αυτή παρατήρησε ότι η ομάδα αυτισμού χαρακτηριζόταν από μεγαλύτερη κατανάλωση δημητριακών και ζυμαρικών και μικρότερη πρόσληψη σε άπαχο κρέας και αυγά σε σύγκριση με τις διατροφικές οδηγίες αναφοράς. Η κατανάλωση φρούτων,
λαχανικών και ψαριών ήταν παρόμοια μεταξύ των ομάδων (χαμηλότερη από την αναμενόμενη για μια ισορροπημένη διατροφή), ενώ οι ποσότητες κατανάλωσης λιπαρού κρέατος και παραγώγων, σνακ, γλυκών και αρτοσκευασμάτων ζαχαροπλαστικής ήταν υψηλότερη από το αναμενόμενο σε μια επαρκή δίαιτα, τόσο σε ασθενείς με ΔΑΦ όσο και στην ομάδα ελέγχου. Αυτή η έρευνα παρατήρησε επίσης ότι λιγότερο από το μισό των παιδιών με ΔΑΦ ανέχονταν τα στερεά τρόφιμα και ότι σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου, η πρόσληψη θρεπτικών συστατικών ήταν υψηλότερη από άποψη ενέργειας, λίπους και κορεσμένων λιπαρών και χαμηλότερη για φυτικές ίνες, σίδηρο, ιώδιο και ορισμένες βιταμίνες. Αυτά τα αποτελέσματα είναι συνεπη με άλλες μελέτες που εντοπίζουν ανεπαρκείς προσλήψεις μικροθρεπτικών συστατικών για ορισμένα μέταλλα σε άτομα εντός του αυτιστικού φάσματος [34]. Αυτά τα άτομα θα μπορούσαν να επωφελούνται από την επαρκή παρακολούθηση της διατροφικής πρόσληψης και, εάν είναι απαραίτητο, την εισαγωγή
συμπληρώματων στη διατροφή τους [35].

Ωστόσο, οι περισσότερες παρεμβάσεις χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία δυσλειτουργικών διατροφικών συμπεριφορών εντός του ΔΑΦ (όπως εξαφάνιση διαφυγής, τεχνικές εξασθένισης και θετική ενίσχυση) αποσκοπούν στην αύξηση του όγκου των τροφίμων που καταναλώνονται και λίγοι εξετάζουν την αύξηση της ποικιλίας τροφίμων και την αντιμετώπιση των ελλείψεων πρωτεΐνης-ενέργειας-μικροθρεπτικών συστατικών [36,37]. Επιπλέον, άλλοι διατροφικοί περιορισμοί που επιβάλλονται από γονείς/φροντιστές ως θεραπευτικό εργαλείο με στόχο τη βελτίωση της συμπεριφοράς και των γαστρεντερικών συμπτώματων (όπως δίαιτες χωρίς γλουτένη ή καζεΐνη) περαιτέρω εντείνουν τη διατροφική ευπάθεια των ατόμων με ΔΑΦ, κι αυτοί θα μπορούσαν να αποτελούν μεγάλο εμπόδιο στην ισορροπημένη διατροφή [38,39]. Επειδή η διατροφική κατάσταση είναι το αποτέλεσμα σύνθετων μηχανισμών και αλληλεπιδράσεων, και δεδομένου ότι οι ελλείψεις μικροθρεπτικών συστατικών μπορούν να αλληλεπιδράσουν σοβαρά με την ανάπτυξη (όπως πχ είναι το σκορβούτο σε χαμηλή πρόσληψη βιταμίνης C ή η μειωμένη ανάπτυξη των οστών λόγω
χαμηλών επιπέδων ασβεστίου), είναι απαραίτητο να διερευνηθεί η αποτελεσματικότητα των πολύτροπων παρεμβάσεων που στοχεύουν στην παροχή πιο ισορροπημένης διατροφής εντός της ΔΑΦ [40].

5. Συμπεράσματα

Τα προβλήματα που σχετίζονται με τη διατροφή συχνά παραβλέπονται σε ασθενείς με κοινές ψυχικές διαταραχές υγείας (όπως κατάθλιψη, άγχος, ΔΕΠΥ και ΔΑΦ), ενώ οι παρεμβάσεις
περιορίζονται στη φαρμακευτική αγωγή και σε θεραπείες συμπεριφοράς/ψυχοθεραπείας. Η τωρινή έρευνα στον τομέα της διατροφικής ψυχιατρικής παρέχει στοιχεία σχετικά με το ρόλο της διατροφής και της δίαιτας σε αυτές τις ψυχιατρικές καταστάσεις και προσφέρει μια βάση για την ανάπτυξη νέων τεκμηριωμένων σχεδίων παρέμβασης μέσα από μια διεπιστημονική προοπτική. Δεδομένης της πολύπλευρης και πολύπλοκης φύσης των ψυχικών και νευροαναπτυξιακών προβλημάτων, η έναρξη τους κατά τις πρώιμες ηλικίες του παιδιού (ιδιαίτερα για ΔΕΠΥ και ΔΑΦ) και την επίμονη εμφάνισή τους κατά τα στάδια ανάπτυξης (από την πρώιμη παιδική ηλικία έως τη μεγαλύτερη ηλικία), τα ευρήματα αυτών των εργασιών
θα μπορούσαν επίσης να συμβάλουν στην εκπόνηση κατευθυντήριων γραμμών/προτάσεων για τη βελτίωση της ικανότητας φροντίδας των επαγγελματιών υγείας και της οικογένειας. Τέλος, η βελτίωση της διατροφικής κατάστασης του ασθενούς θα συμβάλει στην ευημερία του ατόμου και θα διευκολύνει την καλύτερη εξέλιξη των ιατρικών καταστάσεων.

Ωστόσο, ο σχεδιασμός αποτελεσματικών διατροφικών προγραμμάτων βασίζεται στην ύπαρξη αξιόπιστων και έγκυρων εργαλείων αξιολόγησης. Δυστυχώς, τα τρέχοντα στοιχεία δεν περιέχουν προτάσεις για διατροφικά εργαλεία που να έχουν αναπτυχθεί ειδικά για άτομα με διαφορετικές ψυχικές διαταραχές (όπως κατάθλιψη, άγχος, ΔΕΠΥ και ΔΑΦ). Η έρευνα της διατροφικής ψυχιατρικής δικαιολογεί την πρόσθετη προσοχή και προσπάθεια, συνδυάζοντας ποικίλες μεθοδολογίες και αναλύοντας μεγαλύτερες ομάδες (κλινικά και πληθυσμιακά δείγματα). Επομένως, με βάση την υπάρχουσα έρευνα, οι διατροφικοί δείκτες (ποικιλία τροφίμων, πρόσληψη θρεπτικών συστατικών, αισθητηριακά προβλήματα, προτιμήσεις/περιορισμοί και διαιτητικές προσλήψεις), οι βιοχημικοί δείκτες (βιταμίνες, πρωτεΐνες, μέταλλα, υδατάνθρακες, λιπίδια και άλλα βασικά θρεπτικά συστατικά) και η ανθρωπομετρική αξιολόγηση (μήκος-για-ηλικία, βάρος-για ηλικία, βάρος-για-μήκος, περιφέρεια κεφαλής και άλλοι δείκτες ανάπτυξης που σχετίζονται με την ηλικία),
πρέπει να είναι βασικά συστατικά αυτών των εργαλείων μέτρησης.

Ως τελική σκέψη, η μελέτη για το πώς συνδέονται η διατροφή και η ψυχική υγεία αποτελεί αντικείμενο αυξανόμενης έρευνας, και τα αποτελέσματα που έχουν ληφθεί μέχρι στιγμής είναι πολλά υποσχόμενα. Ο απώτερος στόχος είναι η δημιουργία νέων στρατηγικών για τη βελτίωση της ποιότητας ζωής και υγείας των ατόμων με ψυχική ασθένεια και για την πρόληψη της εμφάνισης, επιδείνωσης και αρνητικών επιπτώσεων των ασθενειών.

Βιβλιογραφία: Granero, R. Role of Nutrition and Diet on Healthy Mental State. Nutrients 2022, 14, 750.
https://doi.org/10.3390/nu14040750

Μετάφραση – επιμέλεια: Dietonian

Απαγορεύεται η αναδημοσίευση/αντιγραφή ή άλλη χρήση, χωρίς ξεκάθαρη αναφορά αυτού του δικτυακού τόπου ως πηγή του κειμένου.

Φωτογραφία εξωφύλλου: freepik.com

ΤΑ ΥΠΟΛΟΙΠΑ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΑ ΑΡΘΡΑ ΤΟΥ ΙΣΤΟΤΟΠΟΥ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ΝΑ ΤΑ ΒΡΕΙΤΕ ΕΔΩ.

ΠΡΟΣΟΧΗ: ΟΙ ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΙ ΠΟΥ ΑΝΑΦΕΡΟΝΤΑΙ ΣΕ ΑΥΤΟΝ ΤΟΝ ΙΣΤΟΤΟΠΟ, ΕΧΟΥΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟ ΣΚΟΠΟ ΚΑΙ ΔΕΝ ΠΡΟΟΡΙΖΟΝΤΑΙ ΓΙΑ ΝΑ ΑΝΤΙΚΑΤΑΣΤΗΣΟΥΝ ΤΗΝ ΣΥΜΒΟΥΛΗ ΤΟΥ ΓΙΑΤΡΟΥ ΣΑΣ. ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΔΕΝ ΠΑΡΕΧΕΙ ΙΑΤΡΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ, ΣΥΝΤΑΓΟΓΡΑΦΗΣΗ ΚΑΙ ΔΙΑΓΝΩΣΗ ΑΣΘΕΝΕΙΩΝ. ΟΙ ΑΠΟΨΕΙΣ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΤΡΟΦΙΚΕΣ ΣΥΜΒΟΥΛΕΣ ΠΟΥ ΕΚΦΡΑΖΟΝΤΑΙ ΑΠΟ ΤΟ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟ ΔΕΝ ΣΤΟΧΕΥΟΥΝ ΣΤΗΝ ΥΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΣΥΜΒΑΤΙΚΩΝ ΙΑΤΡΙΚΩΝ ΥΠΗΡΕΣΙΩΝ. ΕΑΝ ΕΧΕΤΕ ΚΑΠΟΙΑ ΣΟΒΑΡΗ ΑΣΘΕΝΕΙΑ Ή ΘΕΜΑ ΥΓΕΙΑΣ, ΣΥΜΒΟΥΛΕΥΤΕΙΤΕ ΤΟΝ ΙΑΤΡΟ ΣΑΣ

 

Προηγούμενο άρθροΜπάρες βρώμης με μπανάνα, ταχίνι και σοκολάτα
Επόμενο άρθροΦακές – Lentils
Debug: Newspaper

Απάντηση